Η ίδια η πόλη της Ύδρας αποτελεί ένα μεγάλο και αντιπροσωπευτικό δείγμα της ιδιόμορφης τοπικής αρχιτεκτονικής, που συνδυάζει νησιώτικα και στεριανά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Σπίτια απλά ή αρχοντόσπιτα διακρίνονται από μια ιδιότυπη αλλά και συνάμα εντυπωσιακή αρχιτεκτονική.
Στα χρόνια της ακμής της, η πόλη της Ύδρας ξανοίγεται προς τη θάλασσα, επεκτείνεται και αποκτά σε γενικές γραμμές τη σημερινή της μορφή.
Τα σπίτια της Ύδρας μπορούν να ταξινομηθούν σε τέσσερις (4) κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία, ανήκαν τα πρώτα σπίτια που κτίστηκαν στο νησί, κατά την εποίκηση του 15ου αιώνα. Βρίσκονταν συγκεντρωμένα στο χώρο του λόφου της Κιάφας και τα περισσότερα σήμερα είναι ερειπωμένα.
Στη δεύτερη κατηγορία είναι οι απλές λαϊκές κατασκευές, από πρόχειρη αργολιθοδομή, “το μακρυνάρι”. Τα σπίτια αυτά χτίστηκαν για να στεγάσουν τους πρόσφυγες από την Αργολίδα μετά τον Τουρκοενετικό Πόλεμο και τα Ορλωφικά.
Τα σπίτια αυτά είχαν τον χαρακτηριστικό μακρόστενο ενιαίο χώρο εργασίας του τελευταίου ορόφου (το βιράνι), μαζί με τους χώρους κατοικίας και αποθήκευσης. Οι βοηθητικοί χώροι και οι στέρνες βρίσκονταν στα κατώτερα, ως και ημιυπόγεια επίπεδα που είχαν ακανόνιστους σοβάδες, μικρά παράθυρα και χαμηλό ύψος.
Υπήρχαν βαριά εσωτερικά παντζούρια στις πόρτες και στα παράθυρα, καθώς και ξύλινες πλατιές τάβλες για ψευδοροφές. Πατώματα από υδραίικες πλάκες, κόκκινες ή γκρίζες στα ισόγεια και στα υπόγεια. Ξύλινα πατώματα στους ορόφους και ξύλινες φέρουσες κατασκευές με δοκούς για τα δώματα (ταράτσες) που μάζευαν νερό, για τις στέρνες. Αργότερα οι ταράτσες αντικαθίσταται από κεραμοσκεπές.
Ενώ οι περισσότερες οικογένειες ζούσαν στα παραδοσιακά αυτά κτίρια, οι πλουσιότεροι πλοιοκτήτες και οι πρόκριτοι έχτιζαν τα μεγάλα αρχοντικά τους σε ένα εντελώς διαφορετικό ύφος, που αποτελούν τα σπίτια της τρίτης κατηγορίας.
Τα Αρχοντικά της Ύδρας, εξωτερικά ήταν λιτά και απέριττα, εσωτερικά όμως συγκρίνονταν με γενοβέζικα αναγεννησιακά αρχοντικά, καθώς διέθεταν σπάνιες ανέσεις, φημισμένα και πολυτελή έπιπλα, χαλιά, οικιακά σκεύη και διακοσμητικά αντικείμενα, ενθύμια φερμένα από λιμάνια της Δύσης και της Ανατολής, που έδιναν μεγαλοπρέπεια στα επιβλητικά Αρχοντικά με την εξαιρετική τους κατασκευή και ποιότητα.
Η παράδοση μας πληροφορεί ότι οι Γενοβέζοι κυρίως αρχιτέκτονες που έφερε αρχικά στην Ύδρα η οικογένεια “Τομπάζη”, είναι οι εμπνευστές των πολυώροφων πέτρινων κατοικιών που θυμίζουν με τη συμμετρική διάταξη των κατόψεων, τα κεντρικά χολ, τις ωραίες μαρμάρινες σκάλες, τις εσωτερικές αυλές και τις τοξωτές λότζιες, τα αναγεννησιακά παλάτια της Βόρειας Ιταλίας. Τα αρχοντικά αυτά χτίστηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα στις αρχές του 19ου αιώνα, έμοιαζαν πολύ μεταξύ τους και ήταν χτισμένα συνήθως σε απότομες λοφοπλαγιές, έχοντας συνήθως δύο καλούς ορόφους και άλλους δύο βοηθητικούς με κουζίνες, κελάρια, αποθήκες στέρνες και δωμάτια προσωπικού.
Η επίσημη είσοδος ήταν στον ψηλότερο όροφο, αλλά πάντα υπήρχαν και άλλες προσβάσεις στα κατώτερα επίπεδα, διαμορφώνοντας έτσι ένα ενδιαφέρον πλέγμα από αυλές και σκάλες, μαζί με μαρμαρόγλυπτες “πορτοσές” και επιβλητικά ξύλινα θυρόφυλλα. Ρυθμικές σειρές παραθύρων οργανώνουν τις όψεις των δύο καλών ορόφων και οι μεγάλες κεραμοσκεπείς τετράρριχτες στέγες δίνουν το παράδειγμα για όλα τα άλλα νέα κτίσματα. Αυτό έδωσε τελικά στο νησί την ενιαία γοητευτική πολύχρωμη εικόνα του.
Τα περισσότερα από αυτά τα σπίτια διέθεταν εξωτερική σκάλα που κατέληγε στον από πάνω όροφο. Τα δωμάτια τους είναι μεγάλα, ψηλοτάβανα, με καμάρες, με ανάγλυφη εσωτερική διακόσμηση, τοιχογραφίες, γιρλάντες, γεωμετρικές συνθέσεις στα μαρμάρινα δάπεδα, θυρώματα και ζωγραφιστά ξύλινα ταβάνια. Τα πορτοπαράθυρα τους είναι συνήθως χρώματος γκρι, κεραμιδί, λευκό ή μπλε ενώ υπάρχουν και λευκά περιγράμματα στα παράθυρα.
Υπήρχαν χωριστά δωμάτια για τους άνδρες και τις γυναίκες, μεγάλη σάλα, ένα μικρό δωμάτιο όπου βρισκόταν το εικονοστάσι, ειδικός χώρος για το κάπνισμα του ναργιλέ ενώ οι βοηθητικοί χώροι βρίσκονταν συνήθως έξω από το κυρίως σπίτι.
Μια τέταρτη κατηγορία είναι τα νεοκλασικά σπίτια που χτίστηκαν ή ανακαινίστηκαν μετά την ενθρόνιση του Όθωνα το 1833. Ο νεοκλασικισμός αγκαλιάζει μεγάλα αρχοντικά, όπως το Αρχοντικό του Γεωργίου Σαχίνη και της Ελένης Θεοδωράκη νυν Βερβενιώτη πίσω από την ταβέρνα “Ξερή Ελιά”, το Αρχοντικό Λεούση και το νεοκλασικό Ραφαλιά, μαζί με το ιστορικό φαρμακείο του και άλλα απλά σπίτια.
Στο εσωτερικό τα έντονα χρώματα και τα ζωγραφισμένα ταβάνια διαφοροποιούν την ατμόσφαιρα και την αισθητική που πλαισιώνει πλέον ένα τρόπο ζωής έντονα αστικό.
Τα πιο απλά από τα παλαιά σπίτια ή αυτά που κτίστηκαν πρόσφατα είναι και αυτά εναρμονισμένα με την ιδιότυπη υδραίικη αρχιτεκτονική, δημιουργώντας ένα υπέροχο οικιστικό σύνολο. Περιβάλλονται από αυλή περιτοιχισμένη με μάντρα που έχει μεγάλη εξωτερική πόρτα και είναι απλά, σε ορθογώνιο σχήμα, με κεραμοσκεπή, γείσα από πωρόλιθο και επίπεδες αυστηρές προσόψεις, που διακόπτονται από ανοίγματα συμμετρικά τοποθετημένα. Στα περισσότερα σπίτια συναντάμε στέρνες και μαρμάρινες κρήνες.
Μοναδικό διακοσμητικό στοιχείο είναι το λευκό περίγραμμα των τοίχων, που γίνεται με άσβεστη για να σπάει τη μονοτονία της γκρίζας πέτρας. Η γκρίζα πέτρα, που αφθονεί στην Ύδρα και στη γειτονική Δοκό, το ξύλο και η “κοκκίνα”, ένα κονίαμα αργιλικού χρώματος, είναι τα κύρια οικοδομικά υλικά αυτών των σπιτιών.
Δ | Τ | Τ | Π | Π | Σ | Κ |
---|---|---|---|---|---|---|
1 | 2 | 3 | ||||
4 | 5 | 6 | 7 | 8 | 9 | 10 |
11 | 12 | 13 | 14 | 15 | 16 | 17 |
18 | 19 | 20 | 21 | 22 | 23 | 24 |
25 | 26 | 27 | 28 | 29 | 30 | 31 |